Ο Αδάμ ως υποστατική αρχή της ανθρωπότητας Εξελικτική Δημιουργία |
|||||
Κεντρική Σελίδα | Θεολογία | ||||
Υπάρχει μια σοβαρή παρανόηση από πολύ κόσμο στο θέμα της δημιουργίας του Αδάμ. Επειδή δεν γίνεται κατανοητή η θεολογική έννοια των λέξεων: «άνθρωπος» και «πρόσωπο», άλλοι εμμένουν σε παρερμηνείες της Γενέσεως, και άλλοι απορρίπτουν την ιστορία του Αδάμ ως παραμύθι. Έτσι, τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερες φωνές ακούγονται στην Εκκλησία, να ζητούν τη διευκρίνιση κάποιων πραγμάτων, που θα επιτρέψουν στους πιστούς να συμβιβάσουν την Ορθόδοξη πίστη, με τα πορίσματα της επιστήμης. Στη μελέτη αυτή θα δούμε τη θεολογική έννοια των λέξεων «άνθρωπος» και «πρόσωπο», στα πλαίσια αυτής της διευκρίνισης. . Ο Αδάμ ως υποστατική αρχή της ανθρώπινης ουσίαςΣε άλλη μελέτη, παρουσιάσαμε τη σωστή έννοια του «εμφυσήματος» του Θεού στον Αδάμ. Δείξαμε ότι εκεί δεν μιλάει ούτε για «ψυχή», ούτε για «ανάσα» απλή, ούτε για βιολογικό «ζωντάνεμα». Μιλάει για το Άγιο Πνεύμα που του δόθηκε και τον έκανε «ψυχή ζώσα» πνευματικά, ανεβάζοντάς τον από το «κατ’ εικόνα» στο «καθ’ ομοίωσιν». Έτσι, δεν υπάρχει καμία αντίφαση της Αγίας Γραφής και της επιστήμης, που μας μιλάει για παλαιοντολογικά ευρήματα πολιτισμών, πριν από την εποχή του Αδάμ. Εάν λοιπόν η Αγία Γραφή ΔΕΝ παρουσιάζει τον Αδάμ ως βιολογικό πατέρα της ανθρωπότητας, γιατί τον ονομάζουμε «πρωτόπλαστο»; Εδώ θα δούμε την έννοια με την οποία αναφέρουμε τον Αδάμ ως «πατέρα της ανθρωπότητος», ως «πρόσωπο» και ως πρώτο «άνθρωπο».Ο σεβ. Ιωάννης Ζηζιούλας μητροπολίτης Περγάμου, λέει τα εξής στη Δογματική του: «Είναι αδύνατον ν’ αναφερθείς στην ουσία καθ’ εαυτήν χωρίς τα συγκεκριμένα πρόσωπα, δεν υπάρχει δηλαδή πρώτα αυτή η γενική ανθρωπότητα. Γίνεται πολλές φορές λόγος και σήμερα ιδιαιτέρως για την ανθρωπότητα. Η ανθρωπότητα είναι οι άνθρωποι οι συγκεκριμένοι. Και όλα αυτά βγαίνουν από το δόγμα της Αγίας Τριάδος. Όσο παράξενο κι αν σας φαίνεται, οι επιπτώσεις στην ανθρωπολογία είναι τεράστιες. Εφ’ όσον δεν υπάρχει γυμνή ουσία και δεν μπορούμε συνεπώς να προϋποθέσουμε σαν αρχή του ανθρωπίνου γένους την ανθρώπινη ουσία ή τον άνθρωπο τον Πλατωνικό τον ιδεώδη, ή την φύση, το είδος του Αριστοτέλη, τότε ποια είναι η αρχή και η αιτία, δηλαδή αυτό που κάνει τον άνθρωπο ένα, αν δεν είναι η ουσία του; Το θέμα συζητείται και σε μια από τις επιστολές του Μεγ. Βασιλείου σε διάλογο με τον Αμφιλόχιο. Αυτές οι επιστολές ετέθησαν εν αμφιβόλω, αλλά μάλλον είναι γνήσιες, δεν υπάρχει λόγος σοβαρός να τις αμφισβητήσει κανείς. Εν πάση περιπτώσει είναι μέσα στις επιστολές του Μ. Βασιλείου. Σε μια απ’ αυτές τις επιστολές αναλύεται όλο αυτό το πρόβλημα και ο Βασίλειος συμφωνεί με την άποψη, ότι εφ’ όσον δεν υπάρχει ποτέ ουσία γυμνή ανθρώπινη ως αρχή του ανθρώπου, το πρωταρχικό οντολογικό κατηγόρημα του ανθρώπου δεν είναι η ουσία του. Αλλά πρέπει να είναι οπωσδήποτε ένα συγκεκριμένο ον και αυτό είναι ο Αδάμ. Δηλαδή ενώ οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν ότι έλκουμε την καταγωγή μας, την ύπαρξή μας, ως επί μέρους όντα, από την κοινή φύση την ανθρώπινη, πρέπει ως Χριστιανοί να πούμε ότι έλκουμε την ύπαρξή μας ο καθένας από ένα πρόσωπο, τον Αδάμ. Η αιτία του «είναι» μας, δεν είναι η φύση μας, αλλά ένα πρόσωπο». Έτσι εξηγείται γιατί στη Γένεση ο Θεός λέει: «Ποιήσωμεν άνθρωπον (Εβραϊκά Αδάμ) κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν…» (Γένεσις 1: 26). Γιατί ο Θεός, δεν βλέπει την ανθρωπότητα ως μάζα, αλλά ως πρόσωπα. Και επειδή δεν υπάρχει «ουσία γυμνή» κατά τη Χριστιανική θεολογία, προ της δημιουργίας του ανθρώπου, συνόψισε την ανθρωπότητα στο πρόσωπο του Αδάμ, ως υπόσταση της ανθρώπινης φύσης.
Ο Αδάμ ως ο πρώτος άνθρωποςΓιατί όμως τον Αδάμ και όχι κάποιον άλλον; Αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν ο πρώτος άνθρωπος; Ας δούμε λοιπόν τι γράφει ο σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος Βλάχος, στο βιβλίο του: «Το πρόσωπο στην Ορθόδοξη παράδοση» σελ. 76, 77: «Θα μπορούσα να αναφέρω πληθώρα πατερικών χωρίων, στα οποία φαίνεται ότι οι Πατέρες, όταν μιλούν για την κορωνίδα της δημιουργίας, το τελειότερο έργο του Θεού, το αποκαλούν άνθρωπο. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι, όταν τον αποκαλούν άνθρωπο, δεν το εννοούν με την βιολογική του απλώς υπόσταση, αλλά με την παρουσία και του Αγίου Πνεύματος μέσα του. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: ΄΄άνθρωπος γαρ εστίν, ούχ όστις απλώς χείρας και πόδας έχει ανθρώπου, ουδ’ όστις εστι λογικός μόνον, αλλ’ όστις ευσέβειαν και αρετήν μετά παρρησίας ασκεί» (PG 46, 232). Δεν φθάνει να γεννηθεί κάποιος βιολογικά για να ονομασθεί άνθρωπος, αλλά πρέπει να έχει μέσα του και το Άγιο Πνεύμα. Και αυτό είναι σημαντικό, γιατί όποια σχέση υπάρχει μεταξύ ψυχής και σώματος, τέτοια σχέση υπάρχει μεταξύ της ψυχής και του Αγίου Πνεύματος. Έτσι, ζωντανός και πραγματικός άνθρωπος είναι εκείνος που «χαριτώνεται» από την Χάρη του Θεού. Διαφορετικά, είναι μεν άνθρωπος, αλλά είναι νεκρός για τον Θεό, και, κυριαρχούμενος από διάφορα πάθη, μοιάζει με τα ζώα». Σύμφωνα λοιπόν με την Ορθόδοξη πίστη, Εφ’ όσον άνθρωπος είναι μόνο όποιος λαμβάνει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, και ο Αδάμ ήταν ο πρώτος που έλαβε το Άγιο Πνεύμα, ήταν Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Γι’ αυτό και ο Θεός, θεώρησε τον Αδάμ ως την υπόσταση εκείνη που έγινε φορέας της ανθρώπινης φύσης, και του έδωσε έτσι την πνευματική πατρότητα της ανθρωπότητας ολόκληρης. Με την έννοια αυτή τον ονομάζουμε ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΟ. Γιατί ήταν ο πρώτος που πλάσθηκε (εκτός από κατ’ εικόνα), και καθ’ ομοίωσιν του Θεού.
Η έννοια του προσώπουΕδώ εισέρχεται και η έννοια της σχέσης. Γιατί δίνοντάς του ο Θεός το Άγιο Πνεύμα, δημιούργησε μαζί του μια προσωπική σχέση. Και αυτό ήταν που έκανε τον Αδάμ «το πρώτο πρόσωπο» της ανθρώπινης φύσης, και την υποστατική αιτία της. Στο ίδιο βιβλίο του π. Ιεροθέου, στις σελίδες 77 - 80 διαβάζουμε: «Παρά το ότι οι άγιοι Πατέρες ομιλούντες για τον Θεό τον ονομάζουν Πρόσωπο και ομιλούντες για τον άνθρωπο, τον αποκαλούν, κυρίως, άνθρωπο, εν τούτοις τον όρο πρόσωπο σε μερικές περιπτώσεις τον αποδίδουν και στον άνθρωπο. Και, βέβαια, αυτό γίνεται με συγκατάβαση, γιατί γνωρίζουν ότι υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ Θεού και ανθρώπου, μεταξύ δημιουργού και δημιουργήματος. Ο Θεός είναι άκτιστος, ενώ ο άνθρωπος είναι κτιστός…. …Σε άλλη περίπτωση, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αποδίδει στον άνθρωπο τους όρους υπόσταση και πρόσωπο. Γράφει: ΄΄Επειδή δε πολλοί εισιν οι άνθρωποι, ο καθένα άνθρωπος υπόστασις εστίν, οίον Αδάμ υπόστασίς εστι, και η Εύα άλλη υπόστασις, και ο Σηθ ετέρα υπόστασις. Ομοίως και επί των λοιπών. Έκαστος άνθρωπος υπόστασις ετέρα παρά τους λοιπούς ανθρώπους εστί, και έκαστος βους υπόστασίς εστι, και έκαστος άγγελος υπόστασίς εστίν. Ώστε φύσις και μορφή και ουσία εστί το κοινόν και περιέχον τας ομοουσίους υποστάσεις, υπόστασις δε και άτομον και πρόσωπον το μερικόν ήγουν έκαστος των υπό το αυτό είδος περιεχομένων΄΄ Από αυτό το χωρίο φαίνεται ότι και ο άνθρωπος είναι υπόσταση, και, επειδή η υπόσταση ταυτίζεται με το πρόσωπο, γι’ αυτό και ο όρος πρόσωπο αποδίδεται και στον άνθρωπο. Μια τέτοια συσχέτιση μεταξύ του ανθρώπου και του προσώπου μπορούμε να δούμε αμυδρώς και σε μερικά χωρία της Αγίας Γραφής. Ο Απόστολος Παύλος, μιλώντας για την ένωση και την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό, χρησιμοποιεί την έκφραση «πρόσωπον προς πρόσωπον». Λέγει: «βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον» (Α΄ Κορινθίους 13: 12). Αν σκεφθούμε ότι το χωρίο αυτό αναφέρεται στην νοερά προσευχή, δηλαδή στον φωτισμό του νου («δι’ εσόπτρου εν αινίγματι») και την θεώση, δηλαδή την θεωρία του Θεού («πρόσωπον προς πρόσωπον» Ιω. Ρωμανίδου: Προπατορικόν αμάρτημα εκδ. Δόμος σελ. 29), τότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο άνθρωπος μπορεί να χαρακτηρισθεί πρόσωπο, όταν ενωθεί με τον Θεό δια της θεώσεως και στην κατάσταση της θεώσεως. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο πραγματικός άνθρωπος. Επίσης, ο ίδιος ο Απόστολος αναφερόμενος σε μια μεγάλη θλίψη στην Ασία και στην απαλλαγή του με τη βοήθεια του Θεού και τις προσευχές των Χριστιανών, λέγει: «ός εκ τηλικούτου θανάτου ερρύσατο ημάς και ρύεται, εις ον ηλπίκαμεν ότι και έτι ρύσεται, συνυπουργούντων και υμών υπέρ ημών τη δεήσει, ίνα εκ πολλών προσώπων εις το εις ημάς χάρισμα δια πολλών ευχαριστηθή υπέρ ημών» (Β΄ Κορ. 1: 10,11). Σήμερα χρησιμοποιείται κατά κόρον όρος πρόσωπο και «προσωπικότης» για τον άνθρωπο… στην ορθόδοξη, όμως, διδασκαλία πιστεύουμε ότι η οντολογία του ανθρώπου, βρίσκεται στο Αρχέτυπό του, στον Θεό που τον δημιούργησε, αφού ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα Θεού πλασμένος. Έτσι «η βιολογική ύπαρξη δεν εξαντλεί τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος κατανοείται οντολογικά από τους πατέρες μόνο ως όν θεολογικό. Η οντολογία του είναι εικονική» (Παν. Νέλλα: Ζώον θεούμενον, εκδ. Εποπτεία, Αθήνα 1979, σελ. 33,34). …Νομίζω όμως ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο πρόσωπο και για τον άνθρωπο με μεγάλη προσοχή και αφού κάνουμε μερικές διευκρινίσεις. Μια από αυτές είναι ότι, όπως τον όρο άνθρωπο, κατά τους Πατέρες δεν μπορούμε να τον αποδώσουμε μόνον σε όλους εκείνους που ζουν, αλλά κυρίως σε όσους μετέχουν της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, έτσι και τον όρο πρόσωπο, μπορούμε να χρησιμοποιούμε γι’ αυτούς που πορεύονται προς την κατά Χάριν θέωση και είναι θεούμενοι. Όπως το «κατ’ εικόνα» είναι δυνάμει ομοίωσις και η ομοίωσις ενεργεία «εικόνα», έτσι και ο άνθρωπος με την βιολογική του ύπαρξη είναι δυνάμει άνθρωπος και πρόσωπο. Θα γίνει πραγματικά άνθρωπος, όταν μεθέξη της ακτίστου ενεργείας του Θεού. Εφόσον ο Θεός είναι Πρόσωπο σημαίνει πως ο άνθρωπος γίνεται πρόσωπο, όταν ενωθεί με τον Θεό». Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, ο Αδάμ δεν είναι ένας απλός συμβολισμός, όπως θέλουν πολλοί να τον θεωρούν, αλλά ένα πραγματικό ΠΡΟΣΩΠΟ, το πρώτο ανθρώπινο πρόσωπο, και ο πρώτος άνθρωπος, με τη θεολογική έννοια των όρων αυτών. Είναι αυτός στον οποίον ο Θεός έδωσε για πρώτη φορά το Άγιο Πνεύμα Του, και δημιούργησε μαζί του ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΣΧΕΣΗ. Έτσι, ο Αδάμ καθίσταται ο πρώτος που έγινε ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟ, και όχι «δυνάμει» που είναι κάθε άλλος που πλάσθηκε «κατ’ εικόνα του Θεού». Με την ιδιότητα αυτή, ο Αδάμ καθίσταται επίσης ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΟΣ, και όχι με τη βιολογική έννοια που νομίζουν πολλοί. Δεν έχουμε λοιπόν καμία αντίφαση μεταξύ Αγίας Γραφής και επιστήμης. Ούτε θεολογική η ανθρωπολογική αντίφαση με τα πορίσματα της παλαιοντολογίας, που αποδεικνύει ότι υπήρχαν «δυνάμει» άνθρωποι πριν ακόμα από τον Αδάμ. |