Προσδιορισμός της ηλικίας της γης με Ζιρκονίτη

Εξελικτική Δημιουργία
Κεντρική Σελίδα   Χρονολογήσεις

Όταν γνωρίζουμε πώς δημιουργούνται τα πετρώματα, μπορούμε να εξιχνιάσουμε και την ιστορία τους

Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η ηλικία της γης είναι τόσο μεγάλη όσο ισχυρίζονται οι γεωλόγοι; Υπάρχουν μέθοδοι χρονολόγησης, που με ασφάλεια να μας δίνουν πληροφορίες για το μήκος της ιστορίας της;

.

Όπως έχουμε τονίσει κατ' επανάληψιν, το θέμα των χρονολογήσεων είναι ένα σημαντικότατο ζήτημα για τους Δημιουργιστές, οι οποίοι προσπαθούν πάση θυσία να αποδυναμώσουν την αξιοπιστία  των χρονολογήσεων της επιστήμης, ώστε να προσβάλλουν τα πορίσματα των επιστημόνων, που συμφωνούν με την εξελικτική διαδικασία.

Σε προηγούμενο άρθρο, μιλήσαμε για την ιστορία της γης, και για την ανακάλυψη κρυστάλλου ζιρκονίτη ηλικίας 4,4 δισεκατομμυρίων ετών, που πιστοποιεί την αρχαιότητα της γης. Στο άρθρο αυτό, θα δείξουμε όλη τη διαδικασία αποκωδικοποίησης των πληροφοριών που μας παρέχει ο ζιρκονίτης, ώστε να γίνει προφανές ότι οι γεωλόγοι γνωρίζουν πολύ καλά τι λένε, όταν μιλούν για ηλικία δισεκατομμυρίων ετών για τη γη.

Στη συνέχεια, θα δείτε ότι η χρονολόγηση δεν γίνεται αυθαίρετα, αλλά χρησιμοποιούνται πορίσματα από διάφορους τομείς της επιστήμης, όπως η γεωλογία, η τεκτονική των πλακών, η χημεία, η πυρηνική φυσική, κλπ. Τα πορίσματα αυτά αντιπαρατίθενται και αλληλοσυμπληρώνονται, οδηγώντας τους επιστήμονες σε όλο και ακριβέστερα συμπεράσματα. Μάλιστα θα δείτε ότι η επιστήμη προχωράει με μια διαδικασία ελαχιστοποίησης των σφαλμάτων, κατά την οποία συχνά ορισμένες θεωρίες είναι δυνατόν να αναθεωρηθούν, και να αναπροσαρμοσθούν με τα δεδομένα που προκύπτουν πειραματικά. Δεν είναι λοιπόν τίμιο να κατηγορεί κάποιος τους επιστήμονες, για δήθεν "πλασματικά" πορίσματα, που δήθεν διαμορφώνονται έτσι χάριν της εξέλιξης. Αυτού του είδους η κακοπιστία, καταπίπτει και μόνο από το γεγονός ότι συχνά οι θεωρίες αναπροσαρμόζονται με βάση τα δεδομένα. Και στο άρθρο αυτό, θα δείτε ότι τα πορίσματα από τις αναλύσεις του ζιρκονίτη, οδηγούν σε κάποιες αναθεωρήσεις, ΑΛΛΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΙΣΩ! Δηλαδή οι αναθεωρήσεις των χρονολογήσεων ως προς την ηλικία της γης, όχι μόνο δεν δικαιώνουν  τους Δημιουργιστές, αλλά αντιθέτως, τους φέρνουν σε ακόμα δυσκολότερη θέση!

Τα παρακάτω, είναι συνέχεια του σχετικού μας άρθρου για την ηλικία της γης, και είναι απόσπασμα από το περιοδικό Περισκόπιο της Επιστήμης Νο 311: Ιανουάριος 2007, σελ. 68-74, από άρθρο της Φυσικού Αγγελικής Δαρσινού:

 

ΤΑ ΡΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

Η διαδικασία της μεταμόρφωσης των πετρωμάτων κατά τους κύκλους καταβυθίσεων έχει ως αποτέλεσμα να μη μπορούν να εντοπιστούν αρχαιότερα υπολείμματα από τα προαναφερθέντα, καθώς λόγω των μεταμορφώσεων η σύστασή τους έχει αλλάξει ριζικά. Ωστόσο, η δημιουργία ενός συγκεκριμένου κρυστάλλου μέσα σε τέτοιου είδους πετρώματα, μεγέθους ίσως λιγότερο από έναν κόκκο πιπεριού, είναι για τους επιστήμονες το κλειδί για τον υπολογισμό της ηλικίας του πετρώματος. Ο κρύσταλλος αυτός ονομάζεται ζιρκονίτης (zircon), και αποτελείται από ένα συνδυασμό ατόμων ζιρκονίου, πυριτίου και οξυγόνου.

Πάνω αριστερή εικόνα: Εικόνα του αρχαιότερου κρυστάλλου ζιρκονίτη οτο μικροσκόπιο. Η ηλικία ταυ προσδιορίζεται στα 4,4 δισεκατομμύρια έτη.

Κάτω αριστερή εικόνα: Φωτογραφία του βράχου από τον οποίο έγινε η συλλογή των κρυστάλλων ζιρκονίτη από την ομάδα του Valley.

Δεξιά εικόνα: Η περιοχή του Jack Hills στην Αυστραλία όπου ανακαλύφθηκαν οι αρχαιότεροι κρύσταλλοι ζιρκονίτη.

 

Οι κρύσταλλοι του ζιρκονίτη έχουν το χαρακτηριστικό ότι μπορούν να διατηρηθούν ανέπαφοι, ακόμα και αν δεν βρίσκονται πια μέσα στο πέτρωμα στο οποίο σχηματίστηκαν ή εάν αυτό έχει αλλάξει μορφή. Κατά τη δημιουργία των κρυστάλλων εγκλωβίζονται και διάφορα συστατικά από το εγγύτερο περιβάλλον, όπως άτομα αφνίου, ουρανίου και μολύβδου. Το άφνιο συναντάται πολύ σπάνια, ενώ το ουράνιο μπορεί εύκολα να αντικαταστήσει άτομα στο κρυσταλλικό πλέγμα του μορίου του ζιρκονίτη. Αντίθετα, το άτομο του μολύβδου είναι μεγαλύτερο από τα άτομα που απαρτίζουν τον ζιρκονίτη, επομένως δεν μπορεί να τα αντικαταστήσει κατά τη γένεση του κρυστάλλου. Όμως το ουράνιο, ως ραδιενεργό στοιχείο, διασπάται προς το ελαφρύτερο στοιχείο του μολύβδου μέσα από μια πολύ αργή διαδικασία. Εφόσον στον αρχικό κρύσταλλο του ζιρκονίτη υπήρχαν μόνο άτομα ουρανίου, τότε η αναλογία ουρανίου - μολύβδου αποτελεί έναν φυσικό τρόπο χρονολόγησης του πετρώματος, ένα ρολόι» το οποίο αρχίζει να μετρά ακριβώς τη στιγμή της δημιουργίας του κρυστάλλου.

Ο υπολογισμός της ηλικίας ενός πετρώματος -και γενικότερα ενός αντικειμένου- στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη μέθοδο της ραδιοχρονολόγησης. Η ραδιοχρονολόγηση βασίζεται στο γεγονός ότι στη φύση εμφανίζονται άτομα του ίδιου στοιχείου με διαφορετικό αριθμό νετρονίων στον πυρήνα, τα οποία καλούνται ισότοπα. Τα άτομα αυτά έχουν την τάση να εκπέμπουν σωματίδια και να μετατρέπονται έτσι σε άτομα ελαφρύτερων στοιχείων. Η διαδικασία αυτή μπορεί να είναι πολύ γρήγορη ή πολύ αργή, ανάλογα με το είδος του αρχικού ατόμου, ενώ επίσης μπορεί το ισότοπο ενός στοιχείου να είναι περισσότερο ραδιενεργό από ένα άλλο, όπως στην περίπτωση του άνθρακα. Επιπλέον, οι ερευνητές στον τομέα της ραδιοχρονολόγησης επιλέγουν διάφορες αναλογίες αρχικού - τελικού στοιχείου, ανάλογα με την ηλικία που πιθανολογείται να έχει το πέτρωμα. Έτσι, εκτός από την αναλογία ουρανίου-μολύβδου χρησιμοποιείται εξίσου η αναλογία καλίου-αργού, όπως επίσης και η ποσότητα ενός ισοτόπου του άνθρακα. Σε γενικές γραμμές, οι παραπάνω αναλογίες στοιχείων αποτελούν τα «ρολόγια» της φύσης τα οποία προσπαθούν να διαβάσουν οι επιστήμονες.

Η μελέτη ταυ ζιρκονίτη ξεκίνησε περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 80, και για πολλά χρόνια ήταν παραμελημένη από τους επιστήμονες, καθώς δεν υπήρχε η κατάλληλη τεχνική υποδομή για περισσότερη και πιο ενδελεχή έρευνα. Αυτό άλλαξε στα τέλη του προηγούμενου αιώνα όταν στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, ο William Compston και οι συνεργάτες του κατασκεύασαν ένα όργανο υψηλής ευαισθησίας το οποίο ονόμασαν SHRIMP. Το όργανο αυτό περιλαμβάνει έναν σωλήνα μέσω του οποίου διέρχεται μια δέσμη ιόντων, η οποία προσπίπτοντας πάνω στο πέτρωμα δημιουργεί μια μικρή οπή. Ταυτόχρονα, τα άτομα που βρίσκονται μέσα στο πέτρωμα στην περιοχή της οπής απομακρύνονται λόγω της δέσμης ιόντων και συγκεντρώνονται μέσα στο σωλήνα όπου και τελικά γίνεται η αναγνώριση τους με σύγκριση των μαζών. Έτσι. έγινε εφικτή η παρατήρηση ατόμων ουρανίου και μολύβδου τα οποία αφενός βρίσκονταν σε μεγάλο βάθος στο εσωτερικό του πετρώματος, μέσα στους κρυστάλλους ζιρκονίτη, αφετέρου δε η ποσότητα τους ήταν πολύ μικρή ώστε να ανιχνευθούν με άλλες μεθόδους.

Κρύσταλλοι ζιρκονίτη. Οι κρύσταλλοι αυτοί χρησιμοποιούνται για τη χρονολόγηση των πετρωμάτων στα οποία εμφανίζονται.

 

 

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟΥ ΖΙΡΚΟΝΙΤΗ

Την ευκαιρία δεν άργησε να εκμεταλλευτεί ο John Valley, ερευνητής στον τομέα της ηλικίας της Γης και νυν πρόεδρος της Αμερικανικής Εταιρίας Μεταλλειολογίας. Από το 1986 ο Valley είχε συγκεντρώσει και μελετούσε τη σύσταση μιας ποσότητας κρυστάλλων ζιρκονίτη, τα οποία ανακαλύφθηκαν στην περιοχή Jack Hills της Δυτικής Αυστραλίας. Η περιοχή αυτή είναι γνωστή για τα πετρώματα που περιέχει και τα οποία είναι ηλικίας τουλάχιστον 2,6 δισεκατομμυρίων ετών. Η ομάδα του Valley κατάφερε, μέσα σε όλη αυτή την έκταση, να ανακαλύψει ποσότητα ζιρκονίτη λιγότερη από ένα γραμμάριο. Για πολλά χρόνια οι κρύσταλλοι δεν μαρτυρούσαν τίποτα άλλο από την ιστορία τους, παρά μόνο ότι προέρχονταν πιθανώς από μια έκταση πλούσια σε τέτοια υλικά, η οποία σίγουρα βρισκόταν πολύ μακρύτερα από την τοποθεσία στην οποία βρέθηκαν αυτοί.

Η κατασκευή του SHRIMP από την ομάδα του Compston έδωσε τη δυνατότητα στον Valley να μελετήσει εκτενέστερα τους κρυστάλλους ζιρκονίτη που διέθετε και να εξάγει κάποια πρώτα συμπεράσματα σχετικά με την ηλικία τους. Το «ρολόι» ουρανίου - μολύβδου, όμως, έδειξε κάτι πραγματικά πρωτόγνωρο. Η ηλικία ορισμένων κρυστάλλων ήταν της τάξης των 4,4 δισεκατομμυρίων ετών, δηλαδή ίση με την ηλικία της Γης! Αυτό όμως ερχόταν σε αντίθεση με τις ήδη υπάρχουσες θεωρίες. Καταρχήν η Γη στα πρώτα στάδια δημιουργίας της δεν διέθετε ακόμα στερεό φλοιό, οπότε ήταν αδύνατη η παρουσία πετρωμάτων αλλά ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι μικρές ποσότητες πετρωμάτων είχαν παραχθεί, τότε  σίγουρα θα καταστρέφονταν αμέσως λόγω των έντονων συνθηκών που επικρατούσαν αλλά και λόγω των μελλοντικών κύκλων καταβυθίσεων. Επομένως, είτε η χρονολόγηση ήταν λανθασμένη είτε οι ερευνητές βρίσκονταν μπροστά σε μια πραγματικά πρωτότυπη ανακάλυψη. Αλλά οι κρύσταλλοι δεν είχαν πει ακόμα την τελευταία τους λέξη.

Ο Valley έστειλε τους κρυστάλλους για μια εκ νέου μελέτη στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου όπου μια συσκευή παρόμοια με το SHRIMP θα κατέγραφε την αναλογία ισοτόπων οξυγόνου -16 και οξυγόνου -16 τα οποία βρίσκονταν μέσα στους κρυστάλλους. Το ισότοπο Ο-18 είναι πολύ σπάνιο στη φύση σε σχέση με το Ο-16, το οποίο είναι το κοινό άτομο οξυγόνου. Από μελέτες που έχουν γίνει, βρέθηκε ότι η αναλογία αυτή μεταβάλλεται ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και τη θερμοκρασία κατά τη στιγμή δημιουργίας του κρυστάλλου. Επιπλέον, εξ ορισμού, η αναλογία των δύο ισοτόπων Ο-18/Ο-16 θεωρείται μηδενική για το θαλασσινό νερό ενώ παίρνει την τιμή 5,3 μέσα στον μανδύα, επομένως ο μανδύας διαθέτει μεγαλύτερες ποσότητες του ισοτόπου Ο-18 από ότι το θαλασσινό νερό. Τελικά, οι ζιρκονίτες που στάλθηκαν για εξέταση έδειξαν ότι η αναλογία είναι 7,4 δηλαδή πολύ μεγαλύτερη ακόμα και για πέτρωμα που δημιουργήθηκε στο εσωτερικό της Γης!

Το αποτέλεσμα προκάλεσε μεγάλη έκπληξη στην ομάδα του Valley. Εάν η πρώτη εξέταση για την ηλικία των κρυστάλλων είχε δείξει μια σχετικά μικρή ηλικία, τότε η μεγάλη αναλογία ισοτόπων οξυγόνου θα μπορούσε να θεωρηθεί φυσιολογική. Πράγματι, τα πετρώματα αλληλεπιδρούν με μόρια νερού, είτε μέσω της βροχής είτε μέσω των ωκεάνιων υδάτων, οπότε είναι δυνατό να αυξηθεί η αναλογία. Στη συνέχεια, μέσω κάποιου κύκλου καταβύθισης και της δημιουργίας κρυστάλλων ζιρκονίτη, η αναλογία αυτή διατηρείται αναλλοίωτη. Όμως αυτό δεν συνάδει με τους συγκεκριμένους κρυστάλλους, καθώς η μέθοδος ραδιοχρονολόγησης τοποθέτησε την ηλικία τους περίπου στα 4,4 δισεκατομμύρια έτη. Δηλαδή, σε μια εποχή όπου, σύμφωνα με τις επικρατούσες επιστημονικές θεωρίες, η Γη δεν διέθετε όχι μόνο φλοιό αλλά ούτε δείγμα ύδατος.

Δεδομένου ότι οι κρύσταλλοι ζιρκονίτη δεν προέρχονται από σχετικά νέα πετρώματα, δημιουργείται το εύλογο ερώτημα πώς απέκτησαν τόση μεγάλη ποσότητα ισοτόπων Ο-18. Αυτό, σύμφωνα με τον Valley μπορεί να εξηγηθεί μόνο εάν κατά την περίοδο δημιουργίας τους υπήρχε σχηματισμένο νερό και μάλιστα σε μορφή ωκεανών. Επομένως, καταρρίπτεται καταρχήν η άποψη ότι η Γη απέκτησε τους πρώτους ωκεανούς πριν από 3,5 δισεκατομμύρια έτη και έτσι το χρονικό σημείο όπου το κλίμα της Γης άρχισε να γίνεται πιο φιλόξενο μετακινείται πολύ πιο πίσω, στα 4,4 δισεκατομμύρια έτη. Επιπλέον, αυτό σημαίνει ότι τα πετρώματα τα οποία φιλοξένησαν αυτούς τους κρυστάλλους δημιουργήθηκαν σε ένα σχετικά ψυχρό (σε σχέση με το θεωρητικά υπέρθερμο) περιβάλλον.

Όμως, όπως προβλέπει και η μέχρι τώρα θεωρία σχετικά με την εξέλιξη της Γης, η σταδιακή μείωση της θερμοκρασίας της επιφάνειας, συνοδεύτηκε από τη στερεοποίηση του μάγματος και τη δημιουργία του πρώτου στερεού φλοιού. Αυτό σημαίνει ότι εάν οι κρύσταλλοι προέρχονται πραγματικά από τον πρωτογενή φλοιό, τότε μπορούν να δώσουν αρκετές πληροφορίες σχετικά με τη σύσταση του, αφού κάθε πέτρωμα φέρει συστατικά από τον φλοιό την εποχή της δημιουργίας του. Για να μελετήσει καλύτερα αυτό το ενδεχόμενο, ο Valley έπρεπε να ερευνήσει βαθύτερα και να εντοπίσει εάν υπάρχουν ίχνη από άλλα στοιχεία, τα οποία να εγκλωβίστηκαν μέσα στον κρύσταλλο.

Πράγματι, η λεπτομερής εξέταση έδειξε ότι υπήρχαν αρκετά μέταλλα και επιπλέον βρέθηκαν ίχνη από χαλαζία. Ο χαλαζίας είναι ένα ορυκτό αποτελούμενο από πυρίτιο και οξυγόνο και απαντάται συχνά σε πετρώματα από τον φλοιό της Γης. Αλλά στα παλαιότερα σε ηλικία πετρώματα, ο χαλαζίας συναντάται σπάνια ή έστω σε ελάχιστες ποσότητες. Ενδεχομένως δε ο πρωτογενής φλοιός της Γης να μη διέθετε καθόλου χαλαζία, καθώς είναι ένα ορυκτό που εμφανίζεται σε γρανιτικά πετρώματα του νεότερου ηπειρωτικού φλοιού, ο οποίος έχει υποστεί αρκετές καταβυθίσεις και επαναστερεοποιήσεις. Η παρουσία του ωστόσο στους κρυστάλλους ζιρκονίτη θέτει νέα ερωτηματικά σχετικά με τη σύσταση του πρωτογενούς φλοιού και την πιθανή περίοδο στερεοποίησης του. Για να επιβεβαιωθεί αυτή η υπόθεση ωστόσο πρέπει να αποδειχθεί ότι οι ζιρκονίτες προέρχονται πράγματι από γρανιτικά πετρώματα, καθώς όπως προαναφέρθηκε οι αρχικές μελέτες έδειξαν ότι έχουν ταξιδέψει αρκετά χιλιόμετρα μέχρι την περιοχή του Jack Hills.

Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Valley, υπάρχουν και άλλα στοιχεία που υποδεικνύουν ότι πιθανόν ο πρωτογενής φλοιός είχε σχηματιστεί ήδη πριν από 4,4 δισεκατομμύρια χρόνια, ίσως και νωρίτερα. Μέσα στους κρυστάλλους ζιρκονίτη βρέθηκαν μικροποσότητες από ιχνοστοιχεία, σε ποσοστό λιγότερο από 1%, τα οποία είναι γνωστό ότι εμφανίζονται κατά την κρυσταλλοποίηση του φλοιού. Αυτό υποδηλώνει ότι ο σχηματισμός των κρυστάλλων έγινε κοντά στην επιφάνεια και όχι βαθιά, στο εσωτερικό του διάπυρου μάγματος. Ακόμα, μετρώντας την αναλογία των ραδιενεργών στοιχείων νεοδυμίου και αφνίου (το άφνιο εμφανίζεται ως αντικαταστάτης στα άτομα του κρυστάλλου) οι επιστήμονες είναι σε θέση να προσδιορίσουν την ακριβή χρονική περίοδο κατά την οποία τμήματα του φλοιού διήλθαν από κάποια φάση σχηματισμού. Στους κρυστάλλους της ομάδας του Valley η ανάλυση επιβεβαίωσε ότι η ηλικία τους συμπίπτει με μια περίοδο κατά την οποία υπήρχε ήδη σχηματισμένος ηπειρωτικός φλοιός.

Η παρουσία μετάλλων μέσα σε κρυστάλλους ζιρκονίτη μπορεί επίσης να δώσει αρκετές πληροφορίες για την ηλικία τους. Ο Bruce Watson από την Πολυτεχνική Σχολή του Rensselaer και ο Mark Harrison, του Εθνικού Πανεπιστημίου της Αυστραλίας μελέτησαν την ποσότητα τιτανίου στους ζίρκονίτες και διεπίστωσαν ότι είναι πολύ μικρή, πράγμα που σημαίνει ότι η θερμοκρασία του μάγματος κατά τον σχηματισμό τους δεν ξεπερνούσε τους 650 - 800 Βαθμούς Κελσίου. Αλλά αυτό σημαίνει επίσης ότι τα πετρώματα από τα οποία προήλθαν ήταν γρανιτικού τύπου, καθώς αυτά μπορούν να τηχθούν σε τέτοιες χαμηλές θερμοκρασίες σε αντίθεση με τα μη γρανιτικά. Επομένως, εάν όντως υπήρχε ηπειρωτικός φλοιός εκείνη την περίοδο, τότε ενδέχεται να ήταν αρκετά καλά διαμορφωμένος σε σχέση με τον πρωτογενή.

Ζιρκονίτης σε πέτρωμα

 

 

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΡΗΣ ΓΗΣ

Μετά την ανακοίνωση των πειραματικών αποτελεσμάτων και τη συνεργασία πολλών άλλων ερευνητικών ομάδων που άρχισαν να ασχολούνται με την ίδια περιοχή, μελετώντας μεγαλύτερες ποσότητες πετρωμάτων, επιβεβαιώθηκαν οι αρχικές ανακαλύψεις και δόθηκε το έναυσμα για την ανάπτυξη νέων θεωριών σχετικά με τη δημιουργία του πλανήτη Γη.

Ουσιαστικά, τα αποτελέσματα των ερευνών υποδηλώνουν δύο βασικά σημεία, σύμφωνα με τον Valley. Καταρχήν, το όριο ηλικίας της Γης γίνεται μεγαλύτερο από το ήδη υπάρχον των 4,6 δισεκατομμυρίων ετών. Κατά δεύτερον, απορρίπτεται η άποψη ότι οι πρώτοι ωκεανοί δημιουργήθηκαν πριν από 3,8 δισεκατομμύρια έτη και το όριο μετατοπίζεται στα 4,4 δισεκατομμύρια έτη. Αυτό σημαίνει αυτόματα ότι, εάν δεχθούμε ως ηλικία της Γης τα 4,6 δισεκατομμύρια έτη και επιπλέον ότι στα πρώτα στάδια δημιουργίας επικρατούσαν πολύ θερμές συνθήκες, τότε η διαδικασία μείωσης της θερμοκρασίας άρχισε πολύ νωρίς και εξελίχθηκε ταχύτατα, για τον λόγο δε αυτό και η θεωρία καλείται "θεωρία της ψυχρής Γης». Επιπλέον, η παρουσία υψηλών ποσοτήτων του ισοτόπου του οξυγόνου Ο-18 επιβεβαιώνει τις υποθέσεις περί ύπαρξης μεγάλων υδάτινων περιοχών. Αυτό έρχεται προφανώς σε αντίθεση με την υπάρχουσα θεωρία, η οποία προέβλεπε τουλάχιστον 800 εκατομμύρια έτη μέχρι η πρώτη σταγόνα νερού να φτάσει στο έδαφος του μόλις σχηματισμένου φλοιού.

Η αποδοχή της ύπαρξης ωκεανών ήδη από τα 4,5 δισεκατομμύρια έτη οδηγεί επίσης στο συμπέρασμα ότι ο φλοιός εκείνη την περίοδο είχε ήδη αρκετά πλούσια σύσταση σε γρανιτικά πετρώματα, τα οποία δεν θα ήταν δυνατό να σχηματιστούν χωρίς την παρουσία ύδατος και οπωσδήποτε ύστερα από μερικούς κύκλους καταβυθίσεων. Παράλληλα, η μελέτη ενός κρυστάλλου ζιρκονίτη μπορεί να δώσει αρκετές πληροφορίες σχετικά με τις περιόδους κατά τις οποίες το πέτρωμα στο οποίο αναπτυσσόταν πέρασε από έναν κύκλο καταβύθισης. Πράγματι η εναπόθεση υλικών στον αρχικό κρύσταλλο γίνεται ομοκεντρικά, γύρω από αυτόν, σχηματίζοντας έτσι διαδοχικά στρώματα όπου τα εξωτερικά είναι νεότερα από τα εσωτερικά. Η σύσταση κάθε στρώματος υποδηλώνει τις εξωτερικές συνθήκες που επικροτούσαν κατά τη διάρκεια της καταβύθισης και σηματοδοτεί την εποχή που συνέβησαν αυτές. Κατά τη χρονολόγηση των στρωμάτων προκύπτουν χρονικά κενά, με την έννοια ότι κάθε στρώμα μπορεί να διαφέρει από το άλλο μερικά εκατομμύρια χρόνια. Αυτό είναι λογικό, αφού οι συγκρούσεις των τεκτονικών πλακών, οι οποίες είναι υπεύθυνες για τις καταβυθίσεις τμημάτων του φλοιού, δεν συμβαίνουν συχνά και σε μια μόνο περιοχή. Ο Aaron Cavosie, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πουέρτο Pino και παλαιός μαθητής του Valley, μελέτησε τους κρυστάλλους από το Jack Hills και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο πυρήνας τους πράγματι χρονολογείται στα 4,4 δισεκατομμύρια έτη, ενώ το εξωτερικό στρώμα έχει ηλικία 3,3 δισεκατομμύρια έτη.

Τελικά, η νέα θεωρία προβλέπει ότι η Γη απέκτησε μια πιο φιλόξενη μορφή πολλά εκατομμύρια έτη νωρίτερα από ότι υπολόγιζαν μέχρι τώρα οι επιστήμονες. Επομένως, ήταν λογικό να τεθεί το ερώτημα σχετικά με το πότε εμφανίστηκε η πρώτη μορφή ζωής. Όπως προαναφέρθηκε, τα αρχαιότερα δείγματα βρέθηκαν στην περιοχή της Isua και χρονολογούνται στα 3,8 δισεκατομμύρια έτη. Αυτό συμφωνούσε με την αρχική υπόθεση ότι η ηλικία της Γης εκτιμάτο στο 4,4 δισεκατομμύρια έτη, όμως, τώρα που το όριο αυτό μετακινήθηκε πιο πίσω στον χρόνο και σε συνδυασμό με την υπόθεση περί ύπαρξης ωκεανών, τότε υπάρχει το ενδεχόμενο τα πρώτα ίχνη ζωής να εμφανίστηκαν πολύ νωρίτερα από τα ευρήματα της Isua. To γιατί μέχρι τώρα δεν έχουν βρεθεί τέτοια αρχαία απολιθώματα εξηγείται, σύμφωνα με μια μερίδα επιστημόνων, από το γεγονός ότι μεγάλες και βίαιες καταστροφές οι οποίες λάμβαναν χώρα στη νεαρή Γη εξαφάνισαν ίχνη πρότερων μορφών ζωής. Τέτοιες καταστροφές προκαλούντο συνήθως από συγκρούσεις μετεωριτών στην επιφάνεια της Γης, φαινόμενο μάλλον συχνό για εκείνη την περίοδο. Πάντως οι ερευνητές δεν εγκαταλείπουν τις προσπάθειες για την ανεύρεση αρχαιότερων αποδείξεων ύπαρξης της ζωής στον πλανήτη μας.

Μια ακόμα θεωρία η οποία τίθεται υπό αμφισβήτηση με βάση τα νεότερα δεδομένα είναι αυτή της δημιουργίας της Σελήνης. Μέχρι σήμερα, η Σελήνη τοποθετείται ηλικιακά περίπου στα 4,4 έως 4,45 δισεκατομμύρια έτη, δηλαδή έχει ηλικία λίγο μικρότερη από αυτή της Γης, σύμφωνα με την ισχύουσα χρονολόγηση. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι ένας τεράστιος μετεωρίτης, μεγέθους σχεδόν όσο και ο πλανήτης Άρης, συγκρούστηκε με τη νεαρή και διάπυρη τότε Γη, οπότε ένα μέρος από τα εκτιναχθέντα τμήματα σχημάτισε τον δορυφόρο της. Αλλά, εάν η θεωρία του Valley αποδειχθεί σωστή, τότε δημιουργείται ένα μεγάλο ερώτημα καθώς στα 4,4 δισεκατομμύρια έτη η Γη ήταν πλέον στερεοποιημένη αρκετά ώστε μια σύγκρουση δεν θα μπορούσε να προκαλέσει την εκτίναξη τόσο μεγάλων τμημάτων και σε τόσο μεγάλη απόσταση. Επομένως, εάν δεχθούμε ότι η Σελήνη σχηματίστηκε από τμήματα της Γης, τότε και αυτή θα πρέπει να είναι ακόμα μεγαλύτερη σε ηλικία από ότι πιστεύεται σήμερα ή σχηματίστηκε μέσω μιας εντελώς διαφορετικής διαδικασίας. Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητο να βρεθεί μια ικανοποιητική εξήγηση για τον σχηματισμό της, κι αυτό αποτελεί ίσως μια καινούργιο πρόκληση για τους επιστήμονες.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

(1) John Valley:A COOL EARLY EARTH?, Scientific American, Οκτώβριος 2005, σελ. 41-47.

(2) www.space.com

(3) http://science.nasa.gov

(4) www.abc.net.au

(5) http://peopte.hotstra.eau

(6) www.agu.org

(7) http://news.nationaigeographic.com

(8) www.physorg.com

(9) www.gsaiournals.org

(10) http://announce.curtin.edu.au